Τοπωνύμια : Λασίθι (παλαιά γραφή) ή Λασύθι;

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γεωργίου Κορναράκη ” Προσεγγίσεις Ιστορίας”

Θα ήταν σωστό να αναφερθεί και η αξιοπρόσεκτη περίπτωση του τοπωνυμίου Λασίθι. Το τοπωνύμιο αυτό έχει κακοπαθήσει από την παρετυμολογία. Έγινε δηλαδή προσπάθεια να αποδοθεί φωνητικά και να συσχετιστεί εμπειρικά ή με λογικοφανή επιχειρήματα ότι προέρχεται από κάποιες ρίζες, για να αποδοθεί και να τεκμηριωθεί η ορθή προέλευση της λέξης (βλ. και Γ. Κορναράκης 2000).

Τέτοιες απίθανες και πιθανές ετυμολογίες είναι οι παρακάτω:

  1. Λάκκος (διότι ως οροπέδιο είναι λάκκος της γης που περικλείεται από βουνά) > Λακκίδιον (υποκοριστικό με κρητική προφορά κι=τσι) > Λατσίδιον (κατάληξη βυζαντινίζουσα) > Λατσίδι > Λασίθι (Θωμόπουλος Ι. 1975, σελ. 137-143, και του ιδίου 1988).
  2. Λάκκος + σίτος (στο οροπέδιο σπέρνονται σιτηρά) > Λακκοσίτι (=ο Λάκκος του σιταριού) > Λασίθι (Ελευθ. Αλέξης).
  3. Λας + ίθι (= ιδέ πέτρες ή και πήγαινε στις πέτρες) > Λασίθι (Ζερβογιάννης)
  4. Εκ του λάσιος (=δασώδης. Η άποψη αυτή υποστηρίχτηκε από τον Στ. Ξανθουδίδη.) > Λασίθι (έχει επικρατήσει αυτή η ερμηνεία και για το λόγο αυτό η γραφή που έχει παγιωθεί σήμερα φέρεται να είναι απότοκο της παραπάνω σκέψης).
  5. Λατώ (=όνομα αρχαίας πόλης της περιοχής Μεραμβέλλου, η οποία υπάγεται στο Λασίθι) > Λατήτης (=ο κάτοικος της Λατούς) > Λατήτιον (=υποκοριστικό) > Λατήτι > Λασήθι.
  6. La Scitti, Della Sithi συσχετίζεται με το Σητεία (αρχαία πόλη Ήτεια) > Λασήθι (οι τελευταίες γραφές του τοπωνυμίου είναι με η) > Λασήθι. (Σταυράκης 1898, σελ. 189, Γιάνναρης Αντ. 188[1]).

Εσχάτως όμως οι πλάνες αυτές διαλύθηκαν χάρη στις προσπάθειες του επιγραφολόγου Χαρ. Κριτζά (Κριτζάς 1996), ο οποίος τη φυλή των Λασυνθίων, που διαβάστηκε σε επιγραφή του ιερού του Ερμή Κερδίτη (κερδώος Ερμής) και της Αφροδίτης (Β’ μισό του 2ου π.Χ. αιώνα) στην Κάτω Σύμη Βιάννου, συσχέτισε με το ra-su-to της Γραμμικής Β. Σύμφωνα με αυτά, το εθνικό Λασυνθίων είναι ra-su-ti-jo (Λασύνθιος, -ων), Έτσι Λάσυνθος > Λασύνθιον (πεδίον ή όρος) > Λασύθι.

 

Παρατηρώντας τα παραπάνω ορισμένοι μελετητές στα έργα τους ορθογραφούν το Λασύθι  με -υ-. Ο Κ. Φυσαράκης στο έργο του Αντώνιος Ζωγράφος-Ξανθουδίδης  2002, ο Ι. Καραβαλάκης 2001, ο καθηγητής Πωλ Φωρ στο έργο του «Η Μινωική Κρήτη» γράφουν τη λέξη Λασύθι με -υ-, ενώ και ο Μ. Ε. Δετοράκης στην εργασία του «Ο γιατρός Χαράλαμπος Γ. Γιαμαλάκης (1858-1916) και η φιλόπτωχος αδελφότης Ηρακλείου» (Παλίμψηστον 1996) επίσης υιοθετεί τη γραφή Λασύθι.

Ο Ζ. Σμυρνάκης δέχεται την ομολογουμένως εύστοχη ερμηνεία του Χαρ. Κριτζά, προχωρεί όμως ένα βήμα εμπρός και προσπαθεί να ερμηνεύσει τη λ. Λάσυνθος από την οποία παράγεται η λ. Λασύθι. Δεν θεωρεί το όνομα ελληνικό αλλά προελληνικό γιατί:

α) Η διατήρηση του -σ- (Λα-σ-υνθος) ανάμεσα σε δυο φωνήεντα (s intervocalic) προσκρούει στον φωνολογικό νόμο της πρωτο-ελληνικής ή προδιαλεκτικής περιόδου (έως το 1400 π.Χ.), δηλαδή τη σίγηση του σ=h=ø εντός λέξεως και μεταξύ φωνηέντων (π.χ. ε-σ-εχον > ε ø εχον > εεχον > είχον.).

β) Η συνύπαρξη του -σ- και του -θ- αντίκειται στο γενικό πρωτοελληνικό φωνολογικό νόμο της ανομοίωσης του δασέως (νόμος του Grassmann) και προτείνει διπλή ετυμολόγηση: 1. *La (Λίαν) + *wi-tu > Lawitu > Lasitu  στεφάνη, κύκλος, δηλαδή τόπος κυκλοτερής και κάμπος και 2. *Lass (κοίλωμα) + udn-os (ύδωρ) > Lassundos =ο ποταμός της ορεινής λεκάνης ή και η λίμνη ομβρίων υδάτων (Σμυρνάκης 2006, σελ. 231-244). Πράγματι μαρτυρείται ότι και οι Ενετοί έκαναν αποξηραντικά έργα που έμοιαζαν με ποτάμια, έργα αποχετευτικά) για την απορ- ροή των υδάτων. Τα χαντάκια όμως, δηλαδή οι σχηματιζόμενοι ποταμοί, ανοίχτηκαν την περίοδο της Ενετοκρατίας και ονομάζονταν lini-es, όνομα που φαί- νεται να μη σχετίζεται με το udnos (=ποταμός).

Εργαζόμενοι όμως και εδώ με τη μέθοδο της ενσυναίσθησης μπορούμε να κα- ταλήξουμε με πε- ρισσότερη αξιοπιστία ότι ενδείκνυται να ετυμολογηθεί από το *Las (=πέτρα) + *wi-tu > Laswitu > Lasfitu > Lassitu > Lasitu, δηλαδή ο κύκλος της πέτρας (=πέτρινων βουνών). Πράγματι, τα γύρω βουνά είναι πετρώδη, σχηματίζουν ένα κύκλο και  περικλείουν τον κάμπο του οροπεδίου, όπως ακριβώς έχει αποτυπωθεί σε γκραβούρες της Ενετοκρατίας.

Προς ενίσχυση της τελευταίας ερμηνείας χρειάζεται να παρουσιαστεί και η άποψη του Χουρμούζη Βυζαντίου (1842, σελ. 2), ο οποίος παρατηρεί τα εξής: «Τα Λασιθιώτικα όρη είναι η Δίκτη, την οποίαν κατά λάθος τάττουσί τινες εις την Σητείαν· το σχήμα της Δίκτης είναι κυκλοειδές το οποίον στεφανώνει, τρόπον τινά, την περίεργον και ωραίαν πεδιάδα του Λασιθιού». Η σύγχρονη τέχνη επίσης παρουσιάζει το οροπέδιο του Λασυθίου ως ένα κύκλο που περιβάλλεται από αποψιλωμένα βουνά (Ρουσσέτος Παναγιωτάκης). Πράγματι τα βουνά αυτά λόγω του υψομέτρου είναι αποψιλωμένα από τη βλάστηση, είναι «γυμνά» και φαίνονται ως να είναι μόνο πέτρα. Έτσι, η τελευταία φαίνεται πειστικότερη ερμηνεία για την παραγωγή της προελληνικής λέξης λάσυνθος. Η ορθογραφία Λασύθι στηρίζεται στη βέβαιη μνεία της «φυλής των Λασυνθίων».

Σύμφωνα με τον Α. Γιάνναρη, το Λασίθι πήρε το όνομά του κατά τον μεσαίωνα από τη βενετσιάνικη γραφή της πόλης La Seteia = LA SITIA = «η Σητεία»  και γι’ αυτό πρέπει να γράφεται με η, δηλαδή Λασήθι.  Αυτό δεν μπορεί να είναι ορθό γιατί αφ’ ενός στα ονόματα ποτέ δεν προσκολλάται το άρθρο (αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε επιρρήματα από πλάγιες πτώσεις, όπως: τη (ν) ημέρα > σήμερα, τη(ν) ώρα > τώρα κ.ά. ) και  αφ’ ετέρου η πόλη της Σητείας δεν είχε καμιά σχέση με το οροπέδιο Λασιθίου, από το οποίο πήρε το όνομα σήμερα ολόκληρος ο νομός. Ακόμη α) το όνομα Λασίθι υπάρχει και πριν από το μεσαίωνα, το βλέπουμε στην Carta concessionis, 1211 μ.Χ., ενώ β) η πρόταση της ονομασίας από τη Σητεία σχετίζεται με την Ενετοκρατία, άρα μεταγενέστερη της ύπαρξης της λέξης. Η περιοχή ονομαζόταν την Ενετοκρατία Territorio Sittia ή Settia (Σητεία).